Υπό αυτό το πρίσμα, μπορούμε να αισθανθούμε την διαφορετικότητα στις πεποιθήσεις που έχουν οι εν Ελλάδι κατοικούντες λαθρομετανάστες, όχι απαραίτητα για θέματα καθημερινής ενασχόλησης αλλά για γενικότερα και σημαντικότερα ζητήματα που στο προσεχές μέλλον θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε, στην προσπάθειά μας να καταφέρουμε την όποια διόρθωση τους.
Ένα από αυτά είναι και το πως τοποθετούνται τέτοιοι άνθρωποι ξένοι, με εντελώς διαφορετική κουλτούρα και κοσμοθεωρία, σε ευαίσθητα θέματα Εθνικής κυριαρχίας και εν τέλει ύπαρξης.
Ο Ansar Mahmood Bhatti είναι ένας Πακιστανός αρθρογράφος που δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ζητήματα που αφορούν χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα έχει μεγάλη αξία να αφουγκραστούμε όσα λέει για ένα ευαίσθητο και δυσεπίλυτο εθνικό μας ζήτημα, αυτό της Κύπρου. Σκεφτείτε ότι τα αποσπάσματα που σας παραθέτω και εκφράζουν τον αρθρογράφο, πιθανόν να είναι πεποίθηση και στους υπόλοιπους Πακιστανούς αλλά και ομόθρησκους γείτονες τους, που επέλεξαν την Ελλάδα μας για «δεύτερη πατρίδα τους». Αυτοί που θα κληθούν, κατά πως λένε οι Αρχές του τόπου, να μας υποστηρίξουν στα σώματα ασφαλείας και του στρατού από τους εχθρούς μας...
Εφιάλτης
Ansar Mahmood Bhatti
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε λάθος που δέχθηκε την Κύπρο ως μέλος της, ενώ το ζήτημα της επανένωσης του νησιού ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα. Αυτή η πράξη της ΕΕ έθεσε ουσιαστικά τους Έλληνες σε ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση.
Οι κάτοικοι του Βόρειου τμήματος της Κύπρου λέει ο Ansar, είναι πολύ ευγνώμονες στην μητέρα-πατρίδα Τουρκία για την γενναιοδωρία και τη κηδεμονία που τους παρέχει, και πιστεύουν ότι η Άγκυρα μπορεί να τους βοηθήσει ώστε να αποσπαστεί μια συμφωνία υπέρ τους από την ΕΕ και τα Ηνωμένα Έθνη.
Περιττό να αναφέρω ότι το νησί, αμέσως μετά την ανεξαρτησία του από τη Μεγάλη Βρετανία το 1960, είχε βυθιστεί σε ταραχές και εξεγέρσεις που τελικά οδήγησαν στην παρέμβαση των τουρκικών δυνάμεων το 1974 που διχοτόμησε το νησί σε δύο τμήματα, στο Βόρειο που κατοίκησαν οι Τουρκοκύπριοι και στο Νότιο οι Έλληνες. Η Τούρκικη Κύπρος ανακήρυξε την ανεξαρτησία της στις 15 Νοεμβρίου 1983 και αναγνωρίστηκε αμέσως από την Τουρκία. Καμία άλλη χώρα δεν την έχει αναγνωρίζει από τότε, κυρίως γιατί ποτέ δεν επεδίωξε η ίδια την επίσημη αναγνώριση της.
Εδώ παρατηρείται μια πολύ έντονη αντίθεση, όσον αφορά την περίπτωση της Νότιας Κύπρου ή αλλιώς της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία δεν είναι απλά και μόνο αναγνωρισμένη από τη διεθνή κοινότητα, αλλά είναι επίσης ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2004.
Και οι δύο πλευρές είχαν μια χρυσή ευκαιρία να λύσουν τις διαφορές τους το 2004, όταν ο ΟΗΕ διοργάνωσε ένα δημοψήφισμα ώστε να ζητήσει τη γνώμη των δύο λαών, σχετικά με το μέλλον του νησιού. Προς μεγάλη απογοήτευση όλων, η Ελληνική πλευρά απέρριψε με συντριπτική πλειοψηφία την κίνηση του ΟΗΕ, λέγοντας ΟΧΙ στο «Σχέδιο Ανάν» και ως εκ τούτου η επανένωση του νησιού παραμένει ένα μακρινό όνειρο, παρά το μεγάλο ΝΑΙ που είπε με την ψήφο ο Τουρκικός λαός του. Δεν θα υπάρξει ένα σχέδιο Β, είπε ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ κ. Κόφι Ανάν, προκειμένου να κάνει και τα δύο μέρη να συνειδητοποιήσουν πόσο σημαντικό ήταν το δημοψήφισμα. Δυστυχώς, η Ελληνική Κυπριακή κυβέρνηση δεν κατέβαλε καμία προσοχή στην προειδοποίηση του κ. Ανάν και ως εκ τούτου η Λευκωσία εξακολουθεί να είναι η μόνη διαιρεμένη πρωτεύουσα στον κόσμο.
Ρεαλιστικά μιλώντας, η Ευρωπαϊκή Ένωση διέπραξε μεγάλο λάθος που δέχθηκε την Ελληνοκυπριακή πλευρά ως μέλος της, ενώ το ζήτημα της επανένωσης του νησιού ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα. Αυτή η πράξη της ΕΕ έχει θέσει ουσιαστικά τους Έλληνες σε καλύτερη διαπραγματευτική θέση επειδή δεν έχουν τίποτα να χάσουν ακόμα και αν πουν ΟΧΙ στις κινήσεις των Ηνωμένων Εθνών για μια μόνιμη διευθέτηση. Αυτός είναι ο λόγος που είπαν τελικά ένα ηχηρό ΟΧΙ στο δημοψήφισμα που έγινε υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, το οποίο σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, ήταν ένα χαστούκι στο πρόσωπο του σώματος.